-
1 насколько
насколько κατά πόσο, καθόσο* \насколько мне известно... καθόσο ξέρω..., απ' ότι γνωρίζω* * *κατά πόσο, καθόσοнаско́лько мне изве́стно… — καθόσο ξέρω..., απ'ότι γνωρίζω
-
2 насколько
επίρ.κατά πόσο, καθόσο, όσο, απ Ιότι, στο βαθμό, στο μέτρο•насколько это верно? κατά πόσο αυτό είναι σωστό•
насколько я могу όσο μπορώ•
насколько мне известно απ ο,τι εγώ ξέρω.